Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

Το Άγγιγμα του Μίδα


Η απληστία και κατ’ επέκτασιν η φιλαργυρία αποτελούν πάθη συνδεδεμένα με την ανθρώπινη ψυχή από καταβολής εμφάνισης του «σοφού ανθρώπου». Πολύ πριν ο Αριστοτέλης περιγράψει τα «εν τη ψυχή γενόμενα», ο μύθος του βασιλιά Μίδα εξέφραζε με έμφαση τη βαθιά πίστη και πεποίθηση ότι η απληστία όχι μόνο ενυπάρχει στην ανθρώπινη φύση, αλλά η υποδούλωση στα κελεύσματά της οδηγεί σε κοινωνική και προσωπική καταστροφή του βίου του υποκειμένου. 
Η μεταμοντέρνα εποχή μας, μεθυσμένη από τα επιτεύγματα της τεχνολογίας και της επιστήμης, λάτρεψε και λατρεύει τον ορθολογισμό με την ίδια σπουδή με την οποία δαιμονοποιεί οτιδήποτε δεν παράγει υπεραξία. Ο πολιτισμός διώκεται διότι παράγει ελλείμματα και η παιδεία είναι αποδεκτή υπό την προϋπόθεση ότι παράγει υπερειδικευμένο, ομοιόμορφο και σύμφωνο με τα πρότυπα της «διά βίου μάθησης» εργατικό δυναμικό. Η αναζήτηση της αλήθειας δεν είναι το κίνητρο της κινητοποίησης της νόησης του ατόμου και η στρεβλωμένη μόρφωση με τη σειρά της αδυνατεί να εξασφαλίσει εργασία και επαγγελματική ασφάλεια. Στη μεταμοντέρνα εποχή η συνεχής απόκτηση νέων πιστοποιήσεων και η ανάπτυξη επιπρόσθετων δεξιοτήτων προσφέρει μονάχα μία αυξημένη πιθανότητα για την ανεύρεση μίας θέσης εργασίας. 
Από τη στιγμή που όλα κοστολογούνται, όλα είναι και αναλώσιμα. Και από τη στιγμή που όλα είναι αναλώσιμα είναι και εφήμερα. Το εφήμερο, ωστόσο, διαθέτοντας από τη φύση του την έννοια του ορίου αδυνατεί να δώσει νόημα στο διαχρονικό. Όταν η κοινωνία αδυνατεί να παράσχει στα άτομα μία προοπτική, τότε το νόημα που αποδίδουν τα άτομα στους θεσμούς τελεί υπό αίρεση. Χωρίς νόημα να τους δικαιολογεί, θεσμοί δεν μπορούν να υπάρξουν, κοινωνικοί ρόλοι αδυνατούν να τελεστούν και η κοινωνία πάσχει.
Οι επίγονοι, είναι άνθρωποι ανασφαλείς, χωρίς προοπτική και χωρίς νόημα. Η έννοια του πολίτη έχει χαθεί από τη στιγμή που χάνεται και η έννοια της πόλεως. Έχει αντικατασταθεί από την έννοια καταναλωτής. Τουλάχιστον, ο άνθρωπος αυτός στις εφήμερες μόδες μπορεί να βρει ένα νόημα. Εργάζεται για να καταναλώνει και για να εξασφαλίσει στα παιδιά του, μέσω των σπουδών, τη δυνατότητα να καταναλώνουν επίσης. Ένα άτυπο κοινωνικό συμβόλαιο επισυνάπτεται. Οι άνθρωποι δέχονται να ασκούν τους ρόλους τους και να διατηρούν την κοινωνική συνοχή, όσο η κοινωνία τους εξασφαλίζει το δικαίωμα να αισθάνονται την ύπαρξη αυτού του νοήματος.
Η κατανάλωση, όμως, διεγείρει πάθη, τα οποία μόνο η πολύπλευρη καλλιέργεια και η απόκτηση αρετής θα μπορούσε να ελέγξει, τα οποία, βέβαια, λείπουν από τα μονόπλευρα υπερειδικευμένα μέλη της καταναλωτικής κοινωνίας. Έτσι γεννιέται η απληστία, την οποία η κοινωνία και το κράτος που την εκπροσωπεί προσπαθεί να ικανοποιήσει μέσω του δανεισμού. Η απληστία, όμως, γεννά και διαφθορά και όσοι κατέχουν την εξουσία τείνουν χωρίς δισταγμό να τη χρησιμοποιήσουν προς ίδιον όφελος. 
Φτάνουμε, λοιπόν, σε ένα οριακό σημείο, στο οποίο η διαφθορά των κατεχόντων την εξουσία και η επίπλαστη καταναλωτική ευτυχία των υπολοίπων οδηγεί το κράτος σε υπερδανεισμό και κατά συνέπεια σε εξάρτηση από τις διαθέσεις των δανειστών. Το σύστημα πλέον είναι τόσο εύθραυστο που αρκεί μία απλή κρίση για να πάψει να ισχύει η ταύτιση συμφερόντων «δανειστών», «τοπικών εξουσιαστών» και «καταναλωτών». 
Όταν, λοιπόν, δημιουργήθηκε η κρίση ο σιωπηλός αυτός εφήμερος συμβιβασμός τελείωσε και κάθε πλευρά διεκδίκησε ό,τι της αναλογούσε. Το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο, παρότι δημιούργησε την κρίση εκμεταλλεύτηκε τις διεφθαρμένες κυβερνήσεις και τους αποχαυνωμένους πληθυσμούς για να επιβάλλει τους δικούς του κανόνες και συγκεκριμένα τις γνωστές πολιτικές λιτότητας για να κοινωνικοποιήσει τις ζημίες. Οι πολιτικές αυτές, όμως, στέρησαν από τους ανθρώπους τη δυνατότητα της κατανάλωσης και τη νοηματοδότηση της ζωής που αυτή επέφερε. 
Οι τοπικές κυβερνήσεις είναι ανήμπορες να πράξουν το οτιδήποτε διότι αποτελούν έρμαια δύο κυρίως αντίθετων ομάδων συμφερόντων. Από τη μία οι οργισμένοι πρώην καταναλωτές ψηφοφόροι και από την άλλη οι διεθνείς δανειστές. Η πολιτική αστάθεια είναι φυσικό επακόλουθο από τη στιγμή που έχει χαθεί η κοινωνική συνοχή. Αυτή θα αναζητηθεί εκ νέου στους εθνικισμούς. Αποτελούν το μόνο ορατό τη δεδομένη χρονική στιγμή εργαλείο για τους διαχειριστές της τοπικής εξουσίας που μπορούν να προσφέρουν μία έστω ανάπηρη κοινωνική συνοχή. Και οι εθνικισμοί θα γεννήσουν ανταγωνισμούς, διευρυνόμενη αστάθεια και συγκρούσεις, μιας και θα πρέπει συνεχώς να ικανοποιείται το άπληστο πρόταγμα των ακαλλιέργητων μαζών για διαρκή εθνική επιβεβαίωση. Σε ένα τέτοιο κόσμο το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της παγκόσμιας ειρήνης προβλέπεται βραχύ.
Από τον Τρωικό και τον Πελοποννησιακό πόλεμο, μέχρι τις Σταυροφορίες και το αιματοκύλισμα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων η απληστία και η αλαζονία συνοδεύονταν από δεινά για την ανθρωπότητα. Σήμερα, ωστόσο, η πλήρης απονοηματοδότηση και η πρωτοφανής καταστρεπτικότητα των διαθέσιμων οπλικών συστημάτων αν πυροδοτηθούν από τους εθνικισμούς απειλούν να ανοίξουν ένα «κουτί της Πανδώρας». Μπορούν οι σύγχρονες κοινωνίες να κινητοποιήσουν όλα εκείνα τα πνευματικά αγαθά που συσσώρευσαν στο πέρασμα των αιώνων και να ελέγξουν τα πάθη τους ή θα έχουν το πεπρωμένο του Μίδα; 

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Αὐτοὶ δὲν εἶναι οἱ δρόμοι ποὺ γνωρίσαμε... - Μανώλης Αναγνωστάκης



Αὐτοὶ δὲν εἶναι οἱ δρόμοι ποὺ γνωρίσαμε
Ἀλλότριο πλῆθος ἕρπει τώρα στὶς λεωφόρους
Ἀλλάξαν καὶ τῶν προαστίων οἱ ὀνομασίες
Ὑψώνονται ἄσυλα στὰ γήπεδα καὶ στὶς πλατεῖες.
Ποιὸς περιμένει τὴν ἐπιστροφή σου; Ἐδῶ οἱ ἐπίγονοι
Λιθοβολοῦν τοὺς ξένους, θύουν σ᾿ ὁμοιώματα,
Εἶσαι ἕνας ἄγνωστος μὲς στὸ ἄγνωστο ἐκκλησίασμα
Κι ἀπὸ τὸν ἄμβωνα ἀφορίζουνε τοὺς ξένους
Ρίχνουνε στοὺς ἀλλόγλωσσους κατάρες
Ἐσὺ στοὺς σκοτεινοὺς διαδρόμους χώσου
Στὶς δαιδαλώδεις κρύπτες ποὺ δὲν προσεγγίζει
Οὔτε φωνὴ ἀγριμιοῦ ἢ ἦχος τυμπάνου·
Ἐκεῖ δὲ θὰ σὲ βροῦν. Γιατί ἂν σ᾿ ἀφορίσουν
Κάποιοι –ἀναπόφευκτα– στὰ χείλη τους θὰ σὲ προφέρουν
Οἱ σκέψεις σου θ᾿ ἀλλοιωθοῦν, θὰ σοῦ ἀποδώσουν
Ψιθυριστὰ προθέσεις, θὰ σὲ ὑμνήσουν.
Μὲ τέτοιες προσιτὲς ἐπιτυχίες θὰ ἡττηθεῖς.
Τεντώσου ἀπορρίπτοντας τῶν λόγων σου τὴν πανοπλία
Κάθε ἐξωτερικὸ περίβλημά σου περιττὸ
Καὶ τῆς Σιωπῆς τὸ μέγα διάστημα, ἔτσι,
Τεντώσου νὰ πληρώσεις συμπαγής.

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

Η ΜΟΙΡΑ ΤΟΥ ΓΙΛΓΑΜΕΣ

Στο γνωστό σουμερικό έπος, ο Γιλγαμές, μυθικός βασιλιάς της Ουρούκ, πόλης της Μεσοποταμίας, επιτελεί άθλους στην ακατάπαυστη προσπάθειά του να ορθώσει το ανάστημά του ενάντια στους σιδερένιους νόμους των θεών. Στο τέλος της ιστορίας, όμως, αποτυγχάνει, οι θεοί θριαμβεύουν και ο ίδιος ο Γιλγαμές πρέπει να πεθάνει.
Στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, δεν είναι οι σιδερένιοι νόμοι κάποιων θεών που καθορίζουν τη ζωή των θνητών, αλλά οι χαλύβδινοι νόμοι των αγορών που επηρεάζουν, ρυθμίζουν και, εν τέλει, διαμορφώνουν το πλαίσιο της ανόδου και της πτώσεως οικονομιών και κρατών. Είναι οι ίδιοι νόμοι που πρώτα έπληξαν την ψυχή του οράματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, της δημιουργίας δηλαδή μίας ζώνης ευημερίας, ειρήνης, ελευθερίας και ευνομίας,  απονοηματοδοτώντας έννοιες όπως η αλληλεγγύη και ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και έπειτα κατακρήμνισαν το υπόβαθρο υλοποίησής της, την οικονομική ενοποίηση.
Όντας ο πυρήνας του σχεδιασμού περί ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οικονομική ένωση, τουλάχιστον θεωρητικά, θα επέτρεπε τη μετέπειτα ολοκλήρωση και σε άλλους τομείς, ένα φαινόμενο αποκαλούμενο «λειτουργική εκχύλιση», με τελικό σκοπό τη δημιουργία μίας πραγματικής ευρωπαϊκής συμπολιτείας. Η πρόβλεψη, όμως, των δομικών αδυναμιών του ενιαίου νομίσματος αποδείχθηκε εξίσου ανεπαρκής με την καταννόηση των αβελτεριών που οδήγησαν στην οικονομική κρίση του 2008. Έτσι, όχι μόνο ανακόπηκε η περαιτέρω πορεία ενοποίησης, αλλά κινδυνεύει και η ήδη συντελεσθείσα.
Ωστόσο, την ευθύνη για την εξέλιξη αυτή δε δικαιούμαστε να την επιρρίψουμε αποκλειστικά στις αντίρροπες και αποσταθεροποιητικές δυνάμεις των αγορών, που σίγουρα υπάρχουν και σίγουρα ελλείψει πολιτικής λύσης γίνονται εντονότερες. Εξάλλου είναι στη φύση του χρηματοπιστωτικού συστήματος η αναζήτηση του κέρδους. «Ήθος ανθρώπω δαίμων», θα πει ο Ηράκλειτος, δηλαδή δαίμων για τον άνθρωπο δεν είναι παρά ο χαρακτήρας του. Η αδιαφορία των πολιτών του δυτικού κόσμου για τις κεντρικές πολιτικές των κυβερνήσεών τους τις τελευταίες δεκαετίες, προερχόμενη από τη διασφάλιση ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου, τη διαφθορά και την ιδιώτευση, αποτελεί εξίσου απειλητικό στοιχείο για τις δυτικές δημοκρατίες με τον αδηφάγο χαρακτήρα των αγορών. Εν πάσει περιπτώσει, ένα «κοινωνικό συμβόλαιο», όπως και κάθε άλλο, για να ισχύει απαιτεί εκτός από τη σύμφωνη γνώμη των μερών και το συνεχή έλεγχο της εφαρμογής του.
Από την άλλη μεριά, παρατηρήθηκε όλο το προηγούμενο διάστημα η προσπάθεια και κεντρική επιλογή των δυτικών κυβερνήσεων και μέσων μαζικής ενημέρωσης δαιμονοποίησης της θέσμισης της ελληνικής κοινωνίας. Ο πλήρης ανορθολογισμός μίας οικονομίας εθισμένης στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή και η κακή σχέση κράτους-πολίτη τέθηκαν από την αρχή στο στόχαστρο. Και σε μεγάλο βαθμό κάτι τέτοιο ήταν δικαιολογημένο. Το σφάλμα ήταν ότι τα πάθη αυτά συνδέθηκαν άρρηκτα και άρρητα με τα οικονομικά μεγέθη, με συνέπεια η διόρθωση των δεύτερων να προϋποθέτει την αλλαγή των πρώτων.
Ενώ, όμως, μεγέθη όπως το έλλειμμα, το χρέος, ο πληθωρισμός είναι άμεσα μετρήσιμα και μπορούν να υποστούν ρύθμιση με την παρέμβαση του κράτους, ζητήματα που αφορούν τη θέσμιση μίας κοινωνίας απαιτούν εμπειρία και χρόνο. Πρόκειται, μάλλον, για απότοκο ενός «πολλάκις πράττειν», παρά μίας νομοθετικής παρέμβασης. Και βέβαια, η θεραπεία δεν μπορεί να είναι η ίδια για όλους. Για την ίαση απαιτείται μία αριστοτελική «μεσότητα», αφενός λόγω της ιδιομορφίας κάθε οικονομίας και κοινωνίας και αφετέρου λόγω της στάσης κάθε κοινωνίας απέναντι στα διαφορετικά «πάθη», όπως αυτά του χρέους και του ελλείμματος.
Συνεπώς, δεν είναι περίεργη η αδυναμία της κυβέρνησης να πετύχει τους ακραίους στόχους που έθεσε με εξίσου ακραία νομοθετήματα που δε διέθεταν τη νομιμοποίηση της κοινωνίας και επιπλέον συγκρούονταν τραγικά με το έθος της πραγματικότητας των τελευταίων δεκαετιών. Αυτό που προβληματίζει, όμως, είναι η τραγική έλλειψη πολιτικής ηγεσίας στον ευρωπαϊκό χώρο που αργά αλλά σταθερά πριονίζει τα επιτεύγματα του τελευταίου τετάρτου του εικοστού αιώνα.
Τα δύο τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία δε βρίσκεται σε κρίση. Κρίση ονομάζεται μία παροξυσμική στιγμή που θα οδηγήσει είτε στην ίαση είτε στο θάνατο του οργανισμού. Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μία φάση βαθιάς αποσύνθεσης, η κρίση της οποίας όλο και αναβάλλεται για το μέλλον. Το οριστικό τέλος δε θα δοθεί σε μία νυχτερινή συνεδρίαση των ηγετών των ισχυρών κρατών, όπως θέλουν να πιστεύουν πολλοί, αλλά θα είναι το αποτέλεσμα αγώνων και θυσιών του ελληνικού λαού. Όταν αποφασίσουμε να επαναπροσδιορίσουμε τη μνημονιακή πολιτική, όταν θα αναμετρηθούν οι θυσίες, θα αποδειχθεί κατά πόσο θα έχουμε κατορθώσει να αντισταθούμε στις δυνάμεις, εσωτερικές και εξωτερικές που μας ωθούν προς τον όλεθρο ή αν το τίμημα της σύγκρουσης με τους νόμους των αγορών μας επιφυλάξει μοίρα παρόμοια με αυτή του Γιλγαμές.